Αρχαία Άκανθος

Θεματικές Ενότητες


Νέα/Ειδήσεις


Αρχαία Ακανθος

Η αρχαία Ακανθος απλωνόταν σε τρεις λόφους του όρους Στρατονικού σε μία έκταση 560 στρεμμάτων, περίπου 600 μέτρα νοτιοανατολικά από τον οικισμό της Ιερισσού. Η τειχισμένη πόλη πήρε το όνομά της είτε από από τα πολλά αγκάθια της περιοχής, είτε από τον ακανθοειδή σχηματισμό της οχύρωσης. Συστηματική ανασκαφή δεν έχει γίνει. Κάποιοι από τους περιηγητές του περασμένου αιώνα αναφέρουν την ύπαρξη αρχαίου μόλου στο λιμάνι της πόλης. Πράγματι, τα σημερινά  ίχνη της αρχαίας Ακάνθου αρχίζουν από την παραλία της Ιερισσού, όπου σώζονται απομεινάρια του κρηπιδώματος του αρχαίου λιμανιού. Από τα ερείπια τα πιο εντυπωσιακά είναι τα τείχη της ακρόπολης, αφού διασώζονται τμήματα με ύψος έως και 8 μέτρα!

Τα ορατά λείψανα είναι κυρίως τμήματα από την οχύρωση της πόλης, από τα τείχη και  ένα εντυπωσιακό τμήμα της ακρόπολης. Επίσης, διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη και οικοδομικά απομεινάρια ελληνιστικών χρόνων, δημόσια κτίσματα, σπίτια και η θεμελίωση ενός ναού -πιθανότατα της θεάς Αθηνάς- στην κορυφή λόφου.

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ

Θαυμάσιος είναι ο περίπατος στους τρεις λόφους όπου εκτεινόταν η αρχαία Ακανθος. Θα τον χαρείτε ιδιαίτερα την άνοιξη που ο τόπος είναι καταπράσινος. Ανεβαίνοντας ευθεία από την είσοδο του αρχαιολογικού χώρου θα δείτε το βυζαντινό καλντερίμι κι επάνω του μια οικία με εσωτερική αυλή που περιβάλλεται από δωμάτια. Κτίστηκε στα τέλη του 4ου αρχές 3ου αιώνα π.Χ. και καταστράφηκε τον 2ο αι. π.Χ.  Οπως φαίνεται από τη δομή της, τη χαρακτηρίζει η απόλυτη αίσθηση του ιδιωτικού χώρου.

Συνεχίζοντας τη βόλτα ανεβαίνετε στον πρώτο λόφο όπου θα δείτε μια βυζαντινή εκκλησία, πιθανόν του 10ου αιώνα, κτισμένη με υλικά από αρχαίο κτίριο που καταστράφηκε από το σεισμό του 1932. Γύρω της έχουν βρεθεί κεραμικά της Πρώιμης εποχής του Σιδήρου. Περπατώντας προς τον δεύτερο λόφο θα παρατηρήσετε τμήματα του τείχους αριστερά σας και στη συνέχεια θα ανεβείτε στον τρίτο λόφο. Στην κορυφή του υπάρχουν τα θεμέλια εκατόμπεδου αρχαίου ναού (δηλ. μήκους 100 ποδών ή 30,48 μέτρων) κατά την ανασκαφή του οποίου βρέθηκαν ελάχιστα κινητά ευρήματα. Η θέα από εκεί είναι εξαιρετική.

ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ

Μπορεί η αρχαία Ακανθος να μην έχει ανασκαφεί ακόμη σε μεγάλη έκταση, αλλά η έρευνα της νεκρόπολης έχει ξεκινήσει από το 1973. Εκτείνεται στο παράλιο τμήμα της Ιερισσού και μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί περισσότεροι από 600 τάφοι. Το νεκροταφείο χρησιμοποιήθηκε από την αρχαϊκή εποχή μέχρι τα ρωμαϊκά χρόνια, και στη συνέχεια, ίσως με κάποιες διακοπές, μέχρι το 17ο αι. π.Χ. Οι τάφοι βρίσκονται σε δύο ή τρία τουλάχιστον επάλληλα στρώματα, σε διάταξη συνήθως παράλληλη με την ακτογραμμή. Ενήλικες και παιδιά θάβονταν στον ίδιο χώρο, σύμφωνα με τα γνωστά ταφικά έθιμα της αρχαιότητας. Υπάρχουν διάφορα είδη, όπως ορθογώνιοι λάκκοι είτε απλοί είτε επενδεδυμένοι με πηλό ή πήλινες λάρνακες, απλές, ή με ανάγλυφη ή ζωγραφική διακόσμηση, κιβωτιόσχημοι και κεραμοσκεπείς τάφοι. Καταγράφηκαν, επίσης, εγχυτρισμοί, δηλαδή ταφές μέσα σε πιθάρια ή μικρότερα αγγεία, που αποτελούν και το μεγαλύτερο ποσοστό βρεφικών ή παιδικών ταφών.

Τα κτερίσματα εμφανίζουν μεγάλη ποικιλία. Τα περισσότερα είναι πήλινα αγγεία. Πολλά  αποτελούσαν προσωπικά αντικείμενα των νεκρών, ή σχετίζονταν με τα επαγγέλματα και τις ασχολίες τους -μεταξύ αυτών, κοσμήματα, περόνες, πόρπες, καθρέφτες, στλεγγίδες, βελόνες, αγκίστρια, μαχαίρια, κ.λπ. Η παρουσία όπλων είναι μάλλον σπάνια. Πολύ συχνά, στους τάφους γυναικών, αλλά κυρίως παιδιών, βρίσκουμε πήλινα ειδώλια με τη μορφή χθόνιων θεοτήτων, ηθοποιών, ερωτιδέων, ανθρώπων, ζώων, κ.ά. Παρόμοια ταφικά έθιμα, τάφοι και ευρήματα συναντάμε και σε νεκροταφεία άλλων αρχαίων πόλεων της Μακεδονίας και της Θράκης.

Είναι εμφανείς οι επιδράσεις, οι πολιτισμικές επαφές και οι εμπορικές συναλλαγές με τις ελληνόφωνες πόλεις της Ανατολής, αλλά και με νησωτικά κέντρα του Αιγαίου, με την Εύβοια, την Αθήνα, την Κόρινθο και τη Βοιωτία. Ανάμεσα στο αρχαίο νεκροταφείο και την πόλη ήταν εγκατεστημένα τα εργαστήρια της Ακάνθου, όπου μεταξύ άλλων κατασκευάζονταν αμφορείς για τη μεταφορά του γνωστού από τις αρχαίες πηγές «ακάνθιου οίνου».

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Η αρχαία Ακανθος βρισκόταν στον Στρυμονικό κόλπο, στη ρίζα της χερσονήσου του Αθωνα, στον σημερινό κόλπο της Ιερισσού, κοντά στη διώρυγα του Ξέρξη. Τόσο ο Στράβωνας (7,331), όσο και ο Θουκυδίδης (4,84), την αναφέρουν ως αποικία των Ανδρίων. Σύμφωνα με τον Ευσέβιο και κάποια αρχαιολογικά δεδομένα, πιθανή χρονολογία ίδρυσής της είναι το 655 π.Χ. Γενικότερα είναι αποδεκτό ότι ιδρύθηκε γύρω στα μέσα του 7ου αιώνα από Ιωνες αποίκους της Ανδρου, ή της Ανδρου και της Χαλκίδας, συγχρόνως με την ίδρυση τριών άλλων γνωστών αποικιών στην περιοχή: της Σάνης (Νέα Ρόδα), των Σταγείρων και της Αργίλου λίγο βορειότερα, της παλιότερης ελληνικής αποικίας στην περιοχή του Στρυμόνα. Η οικονομία της βασιζόταν στον ορυκτό και δασικό της πλούτο, καθώς και στα γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα που διακινούνταν από το λιμάνι της.

Ο Ηρόδοτος (6,44) αναφέρει ότι η πόλη το 490 π.Χ. υποτάχτηκε στους Πέρσες του Μαρδόνιου. Κατά την επόμενη Περσική εκστρατεία, το 480 π.Χ. πέρασε από εκεί ο Ξέρξης και υποχρεώθηκε να φιλοξενήσει τον τεράστιο στρατό του, γεγονός που σήμαινε την σχεδόν ολοκληρωτική οικονομική καταστροφή της. Οι κάτοικοι υποχρεώθηκαν να εργαστούν στην διάνοιξη της διώρυγας για να περάσει ο στόλος του Ξέρξη.

Μετά το πέρας των Μηδικών πολέμων η Ακανθος αποτίναξε τον περσικό ζυγό και έγινε φόρου υποτελής στους νικητές Αθηναίους. Ο Ξενοφών στα Ελληνικά του (5,2,11), μας πληροφορεί ότι το 424 π.Χ. πέρασε στα χέρια του Σπαρτιάτη στρατηγού Βρασίδα και παρέμεινε σύμμαχος των Λακεδαιμονίων μέχρι το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου. Στις αρχές του 4ου αιώνα τάχθηκε  εναντίον της Ολύνθου και κατά συνέπεια κατά της σύστασης της Ολυνθιακής Συμπολιτείας.

Ακολούθησαν οι Μακεδόνες, με τον Φίλιππο τον Β’ το 348 π.Χ., οι οποίοι κατέλαβαν όλες τις πόλεις της Χαλκιδικής και τις διατήρησαν υπό την κυριαρχία τους μέχρι το 200 π.Χ. Τότε η Ακανθος καταστράφηκε ολοσχερώς από τον Ατταλο Α’ τον Σωτήρα και τους συμμάχους του Ρωμαίους, κατά τους πολέμους εναντίον του Μακεδόνα βασιλιά Φιλίππου του Ε’. Ο Ρωμαίος ιστορικός Τίτος Λίβιος αναφέρει (31,45) ότι ο ενωμένος στόλος και στρατός του Αττάλου και των Ρωμαίων την κατέλαβαν και τη λεηλάτησαν. Το 168 π.Χ., μετά την μάχη της Πύδνας, κατέληξε ως ρωμαϊκή κτήση και οι τελευταίες αναφορές στην πόλη φτάνουν μέχρι τα βυζαντινά χρόνια.

Η Ακανθος ήταν φημισμένη για το κρασί και το αλάτι της. Ελεγαν, μάλιστα, πως τα τζιτζίκια στην πόλη αυτή ήταν… άφωνα. Ετσι βγήκε η γνωστή αρχαιοελληνική παροιμία «Ακάνθιος τέττιξ», όπως αναφέρουν ο Μνασέας ο Πατρεύς και ο Σιμωνίδης.

ΤΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

Σημαντική θέση στην ιστορία της πόλης καταλαμβάνουν τα νομίσματα που κυκλοφόρησε. Θεωρούνται από τα αρχαιότερα και πλέον καλαίσθητα ελληνικά νομίσματα της αρχαιότητας. Η Ακανθος έκοψε νομίσματα για πρώτη φορά το 530 π.Χ., με πρότυπο τον ευβοϊκό σταθμητικό κανόνα του αργύρου. Το τετράδραχμό της φέρει παράσταση λιονταριού που κατασπαράζει ένα βόδι, τον περίφημο ταυροκτόνο λέοντα. Στην πίσω πλευρά υπάρχει ένα έγκοιλο τετράγωνο διαιρεμένο σε τέσσερα όμοια τετραγωνίδια. Αργότερα, στο ίδιο νόμισμα προστέθηκε η επιγραφή «ΑΚΑΝΘΙΟΝ» στην πίσω όψη, μαζί με κάποια σύμβολα (άνθος ακάνθου, κ.ά.). Σε άλλα τετράδραχμα το λιοντάρι κατασπαράσσει έναν κάπρο -ίσως αυτά  να κόπηκαν στα Στάγειρα, το λιμάνι των οποίων ονομαζόταν Κάπρος.

Στις δραχμές της Ακάνθου απεικονίζεται ταύρος γονυπετής, να στρέφει την κεφαλή προς τα πίσω. Στα τετρώβολα εικονίζεται πάλι λέων ή ταύρος. Σε διώβολα, η κεφαλή της Αθηνάς. Σε οβολούς η κεφαλή λέοντος αντωπού. Να σημειωθεί ότι όλα αυτά τα νομίσματα ήταν ασημένια. Μετά τα  424 π.Χ., όταν η Ακανθος προσχώρησε στο στρατόπεδο των Λακεδαιμονίων, άρχισε να κόβει ασημένια νομίσματα βάσει του φοινικικού σταθμητικού κανόνα. Και σ’ αυτά υπάρχει το λιοντάρι που κατασπαράσσει ταύρο, ενώ στην πίσω όψη υπάρχει η επιγραφή «ΑΚΑΝΘΙΟΝ» και το όνομα του εκάστοτε κυβερνήτη. Τετράδραχμα, τετρώβολα και τριώβολα φέρουν εμπρός ταύρο. Τα διώβολα εικονίζουν εμπρός την κρανοφόρο Αθηνά, με την επιγραφή «ΑΚΑΝ». Αυτά συνέχισαν να εκδίδονται έως το 400 π.Χ.